Το βαλς του αποχωρισμού.
Στο τασάκι, τα κακοστριμένα τσιγάρα μου συναντάνε τα δικά σου αποτσίγαρα.
Μια τελευταία μορφή επαφής καθώς εσύ πνίγεσαι στον ωκεανό του αλκοόλ
κι εγώ λοβοτομημένη, βυθίζομαι στο βάλτο των πρέπει.
Οριστικά στερημένοι από την ποίηση των παλιών μας αγώνων,
σου χαρίζω τα τελευταία υποσχετικά μου λόγια.
Ψέματα, ψέματα, αλλεπάλληλα καταραμένα ψέματα.
Κι εσύ το ξέρεις.
Φαίνεται στα φλογισμένα λιβάδια που είναι τα μάτια σου.
Με συγκατάβαση κι ευγένεια, κάνεις πως δε καταλαβαίνεις,
και συναινείς.
Μα δε μπορώ να φέρω πίσω τις ένδοξες μέρες σου.
Δε μπορώ να σιγήσω τον πόλεμο που έχεις κηρύξει
στον εαυτό σου και στους γύρω σου.
Είμαι λίγη κι αδύναμη.
Ας μείνουμε να κοιτάμε τους καπνούς απ’ τα τσιγάρα μας
να αναδύονται από το τέλμα μας,
να ανέρχονται, να αγκαλιάζονται, να οσμώνονται,
να στροβιλίζονται στο βαλς του αποχωρισμού.